Τετάρτη 23 Δεκεμβρίου 2009

Δεν είμαι ούτε ο Χάουζ (part IIa)

Ο Χάουζ στάθηκε ανέκφραστος· λες και ήταν ικανός για οποιαδήποτε έκφραση. Η ασθενής του τον κοιτούσε φοβισμένη: ένα κοριτσάκι 8 χρονών, μα πόσα από δαύτα υπάρχουν επιτέλους, σκεφτόταν εκνευρισμένος. Και –τι έκπληξη!– έκανε κι αυτή επιληπτικές κρίσεις, όπως αμέτρητα άλλα οκτάχρονα κωλόπαιδα που τον έπρηζαν τόσα χρόνια. Και φυσικά οι εξετάσεις μέχρι τώρα ήταν φυσιολογικές, δεν είχε καν κανέναν όγκο, να γουστάρουμε λιγάκι. Τι σκατά, όλες αυτές τις εξετάσεις τι τις κάνω κάθε φορά, σκέφτηκε, παντελώς άχρηστες είναι, πάντα φυσιολογικές βγαίνουν. Τώρα όμως θα έπαιρνε την εκδίκησή του. Απόλαυσε για λίγα δευτερόλεπτα τον απαίσιο κι απερίγραπτο τρόμο στα μάτια της μικρής και είπε: «Θα πεθάνεις». Το κοριτσάκι κράτησε την αναπνοή του: αυτό ήταν όλο; το βλέμμα του την είχε προετοιμάσει για κάτι πολύ χειρότερο. Ο Χαόυζ απογοητεύτηκε. «Θα πεθάνεις τελείως, γιοκ, φινίτο, δι εντ, τόταλλυ ντεντ, καταλαβαίνεις;».

«Για να βρούμε τι προκαλεί τις κρίσεις θα σου ρουφήξουμε όλο το αίμα και θα το μελετήσουμε αιμοσφαίριο – αιμοσφαίριο μέχρι να βρούμε την αιτία. Είναι μια μοντέρνα μέθοδος που μόλις επινόησα για να σε βασανίσω και για να εκνευρίσω τους συνεργάτες μου». «Κι αν δε θέλω;» ψέλλισε η μικρή. «Τότε θα πάρω μια σακούλα ποπ-κορν και θα κάθομαι να βλέπω τα εγκεφαλικά σου κύτταρα να γίνονται μπάρμπεκιου από την ανεξέλεγκτη ηλεκτρική δραστηριότητα. Θα περάσουμε γαμάτα». «Δεν μπορείτε απλώς να μου δώσετε αντιεπιληπτικά;» τόλμησε η θρασύτατη νεαρή, αλλά ο άρχοντας παρέμεινε ψύχραιμος: «Δεν αφήνεις τις εξυπνάδες; Και σταμάτα να βλέπεις Γκρέυζ, σε χαλάει. Αυτά δε γίνονται ιν ρίαλ λάιφ».

Στην επόμενη σκηνή, το αίμα έπεφτε σταγόνα – σταγόνα. Λίγες στιγμές ζωής έμεναν στο άτυχο πλασματάκι, και οι συνεργάτες του Χάουζ είχαν μελετήσει σχεδόν όλα τα αιμοσφαίρια χωρίς αποτέλεσμα. «Για μια στιγμή» φώναξε ο θεός κοιτώντας στην οθόνη ένα ύποπτο αιμοσφαίριο. Ήταν μαλλιαρό και βέλλαζε. «Ανεξέλεγκτη προβατοφαγία. Τα μαλλιαρά αιμοσφαίρια συσσωρεύονται στον εγκέφαλο και προκαλούν κρίσεις. Κάντε της μεταγγίσεις» φώναξε βγαίνοντας προς τα έξω και πηγαίνοντας να ανακρίνει τον κτηνοτρόφο πατέρα.

«Τα πρόβατα εξαφανίζονταν μυστηριωδώς», απολογήθηκε εκείνος. «Κι εγώ που έλεγα πως τά ‘τρωγε λύκος...»

«Αφού σας τό ‘χω πει χιλιάδες φορές, ρε ηλίθιοι», άφρισε ο Χάους. «Ποτέ δεν είναι λύκος».

Τρίτη 15 Δεκεμβρίου 2009

Κουραμπιέδες

Η Μαρία άκουσε το νέο με τη στωικότητα και τη γλυκιά κατανόηση της συντρόφου, μαγική αναλογία μελαγχολίας για τη νυχτερινή απουσία, παρηγοριάς για τη δική μου ταλαιπωρία, καλής διάθεσης για το αύριο το προορισμένο για μας, και εννοεί το αύριο το κυριολεκτικό, το χειροπιαστό, όχι το άπιαστο μέλλον, την αυριανή μέρα, ένα ακόμα εικοσιτετράωρο, αφιερωμένο όμως στη δική μας ζωή.

Θα χειρουργήσουμε πάλι το κοριτσάκι.

Λέει η Μαρία: εμείς είμαστε εδώ και φτιάχνουμε κουραμπιέδες, έχει σίγουρα μικρότερη σημασία για την ανθρωπότητα· λέω εγώ: έχω μια θεωρία, θα σου την πω κάποτε, ποια θεωρία, σκέφτομαι μετά, απλώς μια σκέψη, μια αύρα απ’ αυτές που διασχίζουν το μυαλό σε περιόδους έντασης κι ευαισθησίας: φτιάχνουν κουραμπιέδες, και για την ακατανόητη ισορροπία του σύμπαντος αυτό είναι πιο σημαντικό απ’ τα πάντα.