Τρίτη 9 Νοεμβρίου 2010

‘Ετσι κι αλλιώς, τους βρήκα όλους εδώ ή oι άνθρωποι που γνώρισα, μέρος τρίτον: Ραμπί και Αλά, ο ένας ήταν Ιρλανδός... *

Γνώρισα λοιπόν και δυο φίλους, το Ραμπί και τον Αλά.

Ο Ραμπί, γεννημένος στο Λίβανο αλλά Γάλλος υπήκοος, μια και κατοικεί εδώ από μικρός, διατηρεί στενές σχέσεις με την πατρίδα του, που αντικατοπτρίζονται στο πάθος του για την πολιτική αλλά και τις θρησκευτικές διαμάχες. Χριστιανός ο ίδιος, καθολικός, αλλά όχι μαρωνίτης όπως οι περισσότεροι συμπατριώτες του χριστιανοί, αλλά ελληνοκαθολικός, τσακώνεται διαρκώς με όλο τον κόσμο: με τους άλλους καθολικούς για ζητήματα του τυπικού της λατρείας, σαν να περιμένουν έναν Zadig για να τους εξηγήσει την πραγματική σημασία όλων αυτών. Με μένα για το filioque. Με τους μουσουλμάνους, κυρίως, που παλεύουν να τον πείσουν ότι ο Ιησούς δεν ήταν θεός. Πιο πολύ από όλους, τσακώνεται με τον κολλητό του, τον Αλά.

Ο Αλά, γεννημένος και μεγαλωμένος στην Ιορδανία, ήρθε στη Γαλλία πριν δύο χρόνια χωρίς να ξέρει λέξη γαλλικά. Λοχαγός του ιορδανικού στρατού, μουσουλμάνος φυσικά, με ευρωπαϊκή όμως παιδεία που οφείλει στην οικογένειά του, που ανήκει στα υψηλά κοινωνικά στρώματα. Αυτό το γεγονός τον κάνει να μην ακολουθεί το Ισλάμ: δε νηστεύει στο ραμαζάνι, πίνει αλκοόλ, καπνίζει, αλλά χοιρινό δεν τρώει: Ζήτημα συνήθειας και όχι πίστης. Δεν παύει όμως να επιμένει για την ορθότητα των ισλαμικών πεποιθήσεων. Ίσως το κάνει πιο πολύ για να τσιγκλάει το Ραμπί. Οι συζητήσεις τους ξεκινάνε στα γαλλικά, σιγά σιγά εμπλέκονται τα αγγλικά και καταλήγουν σε έναν αραβικό χείμαρρο, όταν τους παρακολουθείς είναι σα να ξεκινάς τη βόλτα σου στις ευρωπαικές συνοικίες του Μαρακές ή του Αλγερίου και να χάνεσαι ξαφνικά σε σοκάκια στα βάθη της πόλης, ταξιδιώτης τυχερός που βρέθηκες εκεί αλλά και κάπως ανεπιθύμητος. Η συζήτηση περνάει στην πολιτική, φιλοσύριος και φιλοαμερικάνος ο ένας, λιβανέζος ο άλλος, υπέρ της Χεζμπολάχ ο ένας, «τρομοκράτες» τους αποκαλεί ο άλλος, υπέρ των σαουδοαραβόφιλων κομμάτων ο ένας, υπέρ του πατριωτικού κόμματος του στρατηγού Αούν ο άλλος. Μετά κατεβαίνουν για τσιγάρο και το βράδυ θα βγουν, θα πιουν και θα πειράζουν τα κορίτσια.

Αναρρωτιέμαι πως θα ήταν οι δυό τους αν ζούσαν στη Μέση Ανατολή και όχι στη Γαλλία: δε θα είχαν συναντηθεί ποτέ, και, αν είχαν, σίγουρα δε θα ήταν ούτε καν για χειραψία. Και λέω: αυτή λοιπόν, έτσι απλά, είναι η ευρωπαϊκή επίδραση. Χωρίς συνθήκες και συμφωνίες, κάτι όπως ο αέρας που αναπνέεις, να κοιτάς γύρω τους ανθρώπους που συζητούν. Μ’ όλα της τα κακά, όμως με μια ατμόσφαιρα που την έχουμε συνηθίσει και μας φαίνεται δεδομένη, αλλά δεν είναι.

Ο Ραμπί μου ζητάει βοήθεια για το πρωτότυπο κείμενο σημαντικών χορίων των ευαγγελίων: οι μουσουλμάνοι στα fora οργιάζουν για την απόδειξη μιας υποβαθμισμένης σημασίας του Ιησού, με επιχειρήματα που αντλούν από κακές μεταφράσεις στα γαλλικά: πως να αποδοθούν οι εγκλίσεις, οι πτώσεις, ή οι λεπτές διαφορές λέξεων όπως «καλός» και «αγαθός»... Τις περισσότερες φορές οι πληροφορίες που του δίνω τον βολεύουν: απαντά τότε με οργισμένα μηνύματα και με θεωρεί χριστιανό σύμμαχο. Για να τιμήσει τον Έλληνα φίλο του φωνάζει στους διαδρόμους, υπολείμματα των αρχαίων ελληνικών που διδάχθηκε στο σχολείο, «ο Κύριός μου κάϊ Τεός μου» και «Μεΐζων» με γνήσια αρχαιοελληνική εκφορά των διφθόγγων, αλλά αναπόφευκτα γραφική των οδοντικών συμφώνων. Άλλοτε, επιμένει για το παράλογο της εκ του πατρός μονάχα προελεύσεως, αλλά κι εγώ δεν παραδίνομαι: επιτίθεμαι επί προσωπικού, ωραίος καθολικός είσαι, που για την έρευνα της διατριβής του χρησιμοποιεί ανθρώπινα έμβρυα από εκτρώσεις. Άλλο η επιστήμη και άλλο η πίστη, λέει, και το εννοεί.

Ο Αλά, όσο διαλλακτικός και να είναι, αφήνει μερικές φορές να φανεί η ρίζα του δέντρου που μεγάλωνε μέσα του τόσα χρόνια κι ας το πελέκησε με επιμέλεια και προσοχή δυο χρόνια τώρα. Μια φορά, αφού υπήρξε θύμα μιας σοβαρής διοικητικής αβλεψίας, γύρισε και μου είπε «στην Ιορδανία τουλάχιστον θα μπορούσα να πυροβολήσω κάποιον γι’ αυτό» χωρίς να παίξει το βλέφαρό του. Τον κοίταξα και μου είπε αμέσως: αστειεύομαι εννοείται, αλλά το βλέφαρό του πάλι δεν έπαιξε.

Κι εκείνο το βράδυ του χαμού, όταν για πρώτη φορά τους συνόδεψα στα κλαμπ που διασκεδάζουν, είδα καλά την άλλη τους πλευρά, να αρπάζουν μεθυσμένοι τα κορίτσια «από δω ο φίλος μου ο Έλληνας, ένα χρόνο στη Γαλλία δεν έχει πάει με Γαλλίδα, τι λες;». ‘Ηπια ακόμα μια βότκα ρεντ μπουλ και έφυγα σαν κυνηγημένος: Δε λέω, ελευθερία – ισότης – αδελφότης, αλλά όχι να μας πηδήσετε κιόλας...

*Γραμμένο στις 24-10-2009

ΥΓ. Εννέα Νοεμβρίου Δύο Χιλιάδες Δέκα. Είδα το Ραμπί, γύρισες μου λέει γελώντας, δεύτερη ευκαιρία να πειστείς, αιρετικέ. Ίσως, του λέω. Είδα και τον Αλά, τι κάνεις, φίλε μου, λέει, σκέφτομαι τι να του απαντήσω, αλλά πως να το πω στα γαλλικά, ξαναβάζω τις ρόδες μου σε ράγες κι αρχίζω να κυλάω να κυλάω να κυλάω ξανά.

5 σχόλια:

Σπίθας είπε...

Φίλεεε! Επιτέλους, η ηλεκτρονική παρουσία επανέρχεται να προσποιηθεί ότι καλύπτει την φυσική απουσία... Είναι όμως κι αυτό κάτι! Μας έλειψες φίλε...
ΥΓ: Είχα δίκιο τελικά, ε; And I quote: "Φαντάζομαι ότι ήδη έγραψες το πρώτο ποστ μετά από πολύ καιρό και περιμένεις τη σύνδεση..." (SMS στις 5/11/10).

Algernon resurrected είπε...

Φίλεεε! Ναι, είχες δίκιο, κατά κάποιο τρόπο, αν και το κειμενάκι ήταν γραμμένο από πέρσι, απλά δεν το ανέβασα. Πάντως πολύ με χαροποιεί η -παραδοσιακά πια- πρώτη και άμεση ανταπόκριση...

Hypocrite lecteur είπε...

Επιτέλους άλλη μια ανάρτηση, αν και το τίμημα είναι βαρύ.

philemon είπε...

Welcome to wherever you are.
Πόσο διαφορετικά είναι τα πράγματα σε μια περίσταση τόσο ίδια, δυο χρόνια μετά;

Algernon resurrected είπε...

@HL
Εδώ που τα λέμε, δε λείπω ακριβώς για να γράφω posts, αλλά για άλλο πράγμα. Άρα, βαρύ το τίμημα του άλλου πράγματος :)
@Ph
Χμ, να πω την αλήθεια, είμαι πιο πολύ στη φάση "όλα τα ίδια μένουν" τώρα. Θα αλλάξει αυτό, το ξέρω. Σύντομα.